Νέα μπροσούρα της ΣΣΠ: Η διάλυση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στα χρόνια της μνημονιακής «κανονικότητας»
Από την εισαγωγή:
Να ανατρέψουμε το «Πανεπιστήμιο Α.Ε.»
Να ορανώσουμε τους αγώνες μας
Την τελευταία δεκαετία, όλες οι μνημονιακές κυβερνήσεις έχουν εξαπολύσει μια λυσσασμένη επίθεση στις κατακτήσεις και τα δικαιώματά μας. Η δημόσια δωρεάν παιδεία και η τριτοβάθμια εκπαίδευση δεν θα μπορούσε να εξαιρεθεί. Πάγια και διαχρονική στόχευση των νεοφιλελεύθερων αποτελεί η διάλυση και πλήρης ιδιωτικοποίηση/εμπορευματοποίησή της. Επιδιώκουν να απαλλάξουν το κράτος από την υποχρέωση χρηματοδότησης των ιδρυμάτων, να ξεπουλήσουν σε ιδιώτες–αρπακτικά σημαντικούς τομείς των πανεπιστημίων, να τσακίσουν τα εργασιακά, μορφωτικά και δημοκρατικά δικαιώματα της νεολαίας.
Ο συσχετισμός που απέκτησε η ούλτρα νεοφιλελεύθερη ΝΔ μετά τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, σε συνδυασμό με τον δρόμο που της έστρωσε η άθλια πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, έδωσαν τη δυνατότητα αυτή η επίθεση να είναι αναβαθμισμένη, πιο αποφασιστική, με άμεσες τομές. Ξεκίνη σε με την κατάργηση του Ασύλου (8/8/2019), για να ακολουθήσουν η εξίσωση των πτυχίων των ΑΕΙ με τα κολέγια (24/10/19) και ο νόμος για την αξιολόγηση των ΑΕΙ (23/1/20). Είναι αποφασισμένοι να περάσουν το επόμενο διάστημα σειρά μέτρων, όπως οι διαγραφές φοιτητών και η διάλυση του φοιτητικού συνδικαλισμού. Ο ν. Κεραμέως –αν και κατεβαίνει «κομματιαστά»– με τις βαθιές αλλαγές που φέρνει είναι η σημαντικότερη επίθεση μετά το 2011.
Τα αντανακλαστικά του φοιτητικού κινήματος φάνηκαν σχετικά γρήγορα. Από τα τέλη Σεπτέμβρη μέχρι τις αρχές Δεκέμβρη, ξέσπασε ένα σημαντικό κύμα κινητοποιήσεων, οι πιο εκτεταμένες και ίσως οι πιο σημαντικές από το 2011. Αυτό το μικρής έντασης και έκτασης φοιτητικό κίνημα εξελίχθηκε χρονικά και ποιοτικά σε τρεις φάσεις.
Στην πρώτη φάση (Οκτώβριος 2019) αρκετοί σύλλογοι πήραν αποφάσεις για καταλήψεις 1–3 μέρες και διαδηλώσεις. Στις συνελεύσεις υπήρξε από νωρίς πόλωση. Ελάχιστες χάθηκαν υπέρ της «αντικατάληψης» και οι περισσότερες το ξεπέρασαν σχετικά εύκολα. Κορύφωση ήταν η πανελλαδική διαδήλωση στην Αθήνα (31/10), που ξεπέρασε τους 2.000 φοιτητές. Για την ΠΚΣ θεωρήθηκε η κατάλληλη στιγμή να χτυπήσει και να διασπάσει το κίνημα: έκανε ξεχωριστό «συντονι-
στικό», μόνο με συλλόγους που ελέγχει, αποφασίζοντας το τέλος των κινητοποιήσεων.
Στη δεύτερη φάση (Νοέμβριος 2019) κάποιες συνελεύσεις χάθηκαν και πάλι από τα πλαίσια «αντικατάληψης» (ΔΑΠ, ΠΑΣΠ κ.ά.). Σε πολλές σχολές υπήρξε ένα «κενό», με κατεύθυνση από τα ΕΑΑΚ για νέες συνελεύσεις και καταλήψεις μόνο προς τον γιορτασμό του Πολυτεχνείου. Η κατάσταση άλλαξε απότομα από τα γεγονότα στην ΑΣΟΕΕ (λοκ άουτ, καταστολή, συλλήψεις). Το κίνημα αναζωπυρώθηκε. Οι κινητοποιήσεις που ακολούθησαν ήταν οι μαζικότερες σε όλες τις πόλεις. Οι γενικές συνελεύσεις και καταλήψεις την εβδομάδα του γιορτασμού του Πολυτεχνείου ξεπέρασαν τις 80 πανελλαδικά. Στα συντονιστικά πόλεων πριν από την πορεία, η ΠΚΣ επέλεξε να συμμετέχει προκειμένου να χτυπήσει το κίνημα εκ των έσω. Η συμμετοχή φοιτητών στις διαδηλώσεις της 17ης Νοέμβρη ήταν αρκετά μεγάλη, αποτυπώνοντας εν μέρει τις δυνατότητες. Ακολούθησε όμως μια αδράνεια των περισσότερων συλλόγων, με λίγες συνελεύσεις και μικρή συμμετοχή στις διαδηλώσεις.
Στην τρίτη φάση, η κινητικότητα συνεχίστηκε γύρω από τη σύνοδο των πρυτάνεων και την καταστολή που δέχτηκαν εκεί οι φοιτητές, με «ορόσημο» την 6η Δεκέμβρη (επέτειος δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου). Μετά τις 6/12, σχεδόν όλες οι δυνάμεις προσπαθούσαν να κλείσουν τις κινητοποιήσεις. Σε κάποιο βαθμό υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες: η συμμετοχή των φοιτητών στις διαδηλώσεις είχε μειωθεί, ενόψει και των διακοπών των Χριστουγέννων. Αποφασιστικοί όμως
ήταν οι υποκειμενικοί λόγοι: η άποψη ότι το επερχόμενο νομοσχέδιο δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή η κυβέρνηση δεν συμπεριέλαβε τα όρια φοίτησης.Το αποτέλεσμα ήταν η ψήφιση του νόμου στα τέλη Γενάρη 2020, χωρίς να υπάρχουν καταλήψεις, με πορείες–συγκεντρώσεις πιο πολύ «από υποχρέωση». Το ζήτημα δεν είναι αν κάποια δύναμη μπορούσε να εγγυηθεί την αποτροπή ψήφισης του νόμου εδώ και τώρα. Αυτό θα ήταν αδύνατο, τέτοιες εγγυήσεις δεν υπάρχουν στον αγώνα. Είναι όμως αρνητικό –και ευθύνη κύρια των ΕΑΑΚ και ΠΚΣ– ότι ο νόμος πέρασε χωρίς στην τελική φάση να δοθεί μια σημαντική μάχη, να γίνει προσπάθεια να αξιοποιηθεί το δυναμικό των προηγούμενων καταλήψεων. Στον επόμενο αγωνιστικό κύκλο, πρέπει να ξεπεράσουμε αποφασιστικά αυτό το κακό προηγούμενο.
Τα αντανακλαστικά του φοιτητικού κινήματος φάνηκαν σχετικά γρήγορα. Από τα τέλη Σεπτέμβρη μέχρι τις αρχές Δεκέμβρη, ξέσπασε ένα σημαντικό κύμα κινητοποιήσεων, οι πιο εκτεταμένες και ίσως οι πιο σημαντικές από το 2011. Αυτό το μικρής έντασης και έκτασης φοιτητικό κίνημα εξελίχθηκε χρονικά και ποιοτικά σε τρεις φάσεις.
Στην πρώτη φάση (Οκτώβριος 2019) αρκετοί σύλλογοι πήραν αποφάσεις για καταλήψεις 1–3 μέρες και διαδηλώσεις. Στις συνελεύσεις υπήρξε από νωρίς πόλωση. Ελάχιστες χάθηκαν υπέρ της «αντικατάληψης» και οι περισσότερες το ξεπέρασαν σχετικά εύκολα. Κορύφωση ήταν η πανελλαδική διαδήλωση στην Αθήνα (31/10), που ξεπέρασε τους 2.000 φοιτητές. Για την ΠΚΣ θεωρήθηκε η κατάλληλη στιγμή να χτυπήσει και να διασπάσει το κίνημα: έκανε ξεχωριστό «συντονι-
στικό», μόνο με συλλόγους που ελέγχει, αποφασίζοντας το τέλος των κινητοποιήσεων.
Στη δεύτερη φάση (Νοέμβριος 2019) κάποιες συνελεύσεις χάθηκαν και πάλι από τα πλαίσια «αντικατάληψης» (ΔΑΠ, ΠΑΣΠ κ.ά.). Σε πολλές σχολές υπήρξε ένα «κενό», με κατεύθυνση από τα ΕΑΑΚ για νέες συνελεύσεις και καταλήψεις μόνο προς τον γιορτασμό του Πολυτεχνείου. Η κατάσταση άλλαξε απότομα από τα γεγονότα στην ΑΣΟΕΕ (λοκ άουτ, καταστολή, συλλήψεις). Το κίνημα αναζωπυρώθηκε. Οι κινητοποιήσεις που ακολούθησαν ήταν οι μαζικότερες σε όλες τις πόλεις. Οι γενικές συνελεύσεις και καταλήψεις την εβδομάδα του γιορτασμού του Πολυτεχνείου ξεπέρασαν τις 80 πανελλαδικά. Στα συντονιστικά πόλεων πριν από την πορεία, η ΠΚΣ επέλεξε να συμμετέχει προκειμένου να χτυπήσει το κίνημα εκ των έσω. Η συμμετοχή φοιτητών στις διαδηλώσεις της 17ης Νοέμβρη ήταν αρκετά μεγάλη, αποτυπώνοντας εν μέρει τις δυνατότητες. Ακολούθησε όμως μια αδράνεια των περισσότερων συλλόγων, με λίγες συνελεύσεις και μικρή συμμετοχή στις διαδηλώσεις.
Στην τρίτη φάση, η κινητικότητα συνεχίστηκε γύρω από τη σύνοδο των πρυτάνεων και την καταστολή που δέχτηκαν εκεί οι φοιτητές, με «ορόσημο» την 6η Δεκέμβρη (επέτειος δολοφονίας του Αλέξη Γρηγορόπουλου). Μετά τις 6/12, σχεδόν όλες οι δυνάμεις προσπαθούσαν να κλείσουν τις κινητοποιήσεις. Σε κάποιο βαθμό υπήρχαν αντικειμενικές δυσκολίες: η συμμετοχή των φοιτητών στις διαδηλώσεις είχε μειωθεί, ενόψει και των διακοπών των Χριστουγέννων. Αποφασιστικοί όμως
ήταν οι υποκειμενικοί λόγοι: η άποψη ότι το επερχόμενο νομοσχέδιο δεν ήταν ιδιαίτερα σημαντικό, επειδή η κυβέρνηση δεν συμπεριέλαβε τα όρια φοίτησης.Το αποτέλεσμα ήταν η ψήφιση του νόμου στα τέλη Γενάρη 2020, χωρίς να υπάρχουν καταλήψεις, με πορείες–συγκεντρώσεις πιο πολύ «από υποχρέωση». Το ζήτημα δεν είναι αν κάποια δύναμη μπορούσε να εγγυηθεί την αποτροπή ψήφισης του νόμου εδώ και τώρα. Αυτό θα ήταν αδύνατο, τέτοιες εγγυήσεις δεν υπάρχουν στον αγώνα. Είναι όμως αρνητικό –και ευθύνη κύρια των ΕΑΑΚ και ΠΚΣ– ότι ο νόμος πέρασε χωρίς στην τελική φάση να δοθεί μια σημαντική μάχη, να γίνει προσπάθεια να αξιοποιηθεί το δυναμικό των προηγούμενων καταλήψεων. Στον επόμενο αγωνιστικό κύκλο, πρέπει να ξεπεράσουμε αποφασιστικά αυτό το κακό προηγούμενο.
Πρώτα βασικά συμπεράσματα
Οι κινητοποιήσεις προέκυψαν κυρίως από τη διάθεση των φοιτητών να αγωνιστούν ενάντια σε δίδακτρα, διαγραφές, κατάργηση ασύλου. Όμως η πλειοψηφία, παρότι ψήφιζε μαζικά για καταλήψεις, δεν συμμετείχε ενεργά. Η συμμετοχή στις διαδηλώσεις ήταν σχετικά μικρή και ακόμη μικρότερη στις καταλήψεις και συντονιστικές επιτροπές. Εκδηλώθηκε μια λογική ανάθεσης και μια αδυναμία να αντιληφθούν οι φοιτητές το μέγεθος και τη σφοδρότητα της επίθεσης.
Αυτή η αντικειμενική, ως ένα βαθμό, κατάσταση αλληλοτροφοδοτούνταν με την στάση των πολιτικών δυνάμεων.Α) Οι καθεστωτικές δυνάμεις (ΔΑΠ–ΠΑΣΠ) εξ αρχής πάλευαν να σταματήσουν τις κινητοποιήσεις και καταλήψεις. Παρότι προσπάθησαν να ελέγξουν τα πλαίσια «αντικατάληψης», βάζοντας σε αυτά δικούς τους «ανεξάρτητους», δεν κατάφεραν να ενισχυθούν. Πιο ύπουλα, το Bloco του ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να συμπλεύσει με τις καταλήψεις, κάνοντας ανέξοδη «αντιπολίτευση» στη ΝΔ.Β) Πλαίσια «αντικατάληψης» και δήθεν «ανεξάρτητων»: Εμφανίστηκαν κυρίως σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, κυρίως από ανένταχτους που τάσσονται ενάντια στην κατάληψη για να μην «χαθούν εργαστήρια και εξάμηνα» και που δεν μπόρεσαν να τους προσεταιρισθούν ΔΑΠ και ΠΑΣΠ. Κινητοποιήθηκαν εξαιτίας της κινδυνολογίας των καθεστωτικών δυνάμεων, των καθηγητών, των ΜΜΕ. Στο εσωτερικό τους βρίσκονται και καλυμμένοι Δαπίτες. Αν και τα συγκεκριμένα «μπλοκ» είναι πολύ ετερόκλητα και πιθανότατα δεν θα συσπειρώσουν κόσμο για σημαντικό διάστημα, ενδέχεται να δυναμώσουν σε ένα επόμενο κύμα καταλήψεων και αργά ή γρήγορα να συμπράξουν με ΔΑΠ–ΠΑΣΠ. Η αντιμετώπιση τους θα είναι το πρώτο σημαντικό εμπόδιο για να βγει ένα κίνημα καταλήψεων διαρκείας. Μακροπρόθεσμα, με την αβάντα των μηχανισμών του συστήματος, αποτελούν σημαντικό κίνδυνο, γιατί απαιτούν ουσιαστικά την πλήρη απονεύρωση των συλλόγων και την ατομικοποίηση των φοιτητών, μέσα από ηλεκτρονικές ψηφοφορίες, κατάργηση αφισοκολλήσεων, απαγόρευση ουσιαστικά των γενικών συνελεύσεων κ.λπ.Γ) Η ΠΚΣ εξαρχής ήταν στην πραγματικότητα ενάντια στις καταλήψεις. Όταν όμως αντιλήφθηκε πως δεν μπορεί να χτυπήσει το κίνημα απ’ έξω, πρότεινε καταλήψεις, ώστε να ελέγξει ό,τι μπορεί και να κατευθύνει τις κινητοποιήσεις στον «τερματικό σταθμό» της κινητοποίησης στις 31/10. Έπειτα βγήκε από τις καταλήψεις, προσπάθησε να αποπροσανατολίσει με επιμέρους «ζητήματα σχολών». Μετά τα γεγονότα της ΑΣΟΕΕ, βλέποντας ότι αυτή η επιχείρησή της δεν εξελίσσεται όπως υπολόγιζε, αλλά και ότι τα ΕΑΑΚ πελαγοδρομούσαν, ξαναμπήκε ακόμα και με κοινά πλαίσια. Με ίδιο στόχο, να σπείρει σύγχυση, να σαμποτάρει το κίνημα.Δ) Τα ΕΑΑΚ ήταν μεν επικεφαλής, όμως ήταν μια απόλυτα αποδυναμωμένη πολιτικά και ανίκανη ηγεσία. Δεν μπόρεσαν ούτε στο ελάχιστο να σταθούν στο ύψος των απαιτήσεων. Πιάστηκαν στον ύπνο και δεν ήξεραν πως να κατευθύνουν το κίνημα: έβαζαν μόνο κάθε βδομάδα ΓΣ – πορεία/κατάληψη – Συντονιστικό. Αυτά πραγματοποιούνταν με προχειρότητες, ασυντόνιστα, χωρίς επιτροπές κατάληψης. Στα συντονιστικά απλά παράθεταν θέσεις και αποφάσεις κάθε πολιτικής δύναμης και σχολής, και αυτά δεν κατέληγαν πουθενά. Δεν προσπάθησαν να πολιτικοποιήσουν τη συζήτηση με τους φοιτητές. Δεν είχαν κανένα σχέδιο και σίγουρα καμία συμφωνία στο εσωτερικό τους. Αυτό περιόρισε σημαντικά τις δυνατότητες ενίσχυσης του κινήματος και τα ΕΑΑΚ αποτέλεσαν εντέλει σοβαρό εμπόδιο.Η Σοσιαλιστική Σπουδαστική Πάλη (ΣΣΠ) έπαιξε σημαντικό ρόλο στο ξέσπασμα και την οργάνωση των καταλήψεων, δίνοντας το στίγμα της. Από την αρχή συνέβαλε στη δημιουργία των μπλοκ κατάληψης. Προσπάθησε να ενεργοποιήσει, σε αυτό το σύντομο διάστημα, τις καλύτερες παραδόσεις του φοιτητικού κινήματος. Πάλεψε με όλες τις δυνάμεις της για να εξηγήσει ότι το κίνημα έχει πραγματικά τη δύναμη να ανατρέψει τον νόμο Κεραμέως και την κατάργηση του Ασύλου, με ένα σχέδιο που περιλαμβάνει: Ενοποίηση του φοιτητικού κινήματος, πρώτιστα στο «Κάτω ο ν. Κεραμέως». Αυτοοργάνωση – Συντονισμός. Ζωντανές Καταλήψεις, κέντρα αγώνα. Απεύθυνση – Ενότητα με την κοινωνία.Αυτά είναι απαραίτητα, προκειμένου το φοιτητικό κίνημα να παίξει τον καθοριστικό ρόλο του πυροκροτητή μιας γενικευμένης εξέγερσης, όπου θα ενωθεί στην πράξη με τους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα για την ανατροπή της μνημονιακής και νεοφιλελεύθερης χούντας.
Με αυτή τη μπροσούρα, η ΣΣΠ έχει ως βασικούς στόχους: Την ιδεολογική και πολιτική συγκρότηση όλων των συναδέλφων και συναγωνιστών, με σκοπό να εξοπλιστούμε για τους επόμενους αγώνες και κινήματα. Την ανάλυση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης στα πανεπιστήμια, της κατάστασης του φοιτητικού κινήματος και της συνείδησης των φοιτητών. Τη συμβολή στη συγκρότηση ενωμένων, ισχυρών μπλοκ αγώνα και κατάληψης. Την αναγκαιότητα ανασυγκρότησης και ανασύνθεσης του φοιτητικού κινήματος, γιατί δεν έχουμε περιθώρια για άλλα λάθη, ανεπάρκειες, χαμένες ευκαιρίες. Το ξεκαθάρισμα της μοναδικής εναλλακτικής και διεξόδου από την κρίση του χρεωκοπημένου ελληνικού καπιταλισμού, της Σοσιαλιστικής Επανάστασης – και τη συμβολή σ’αυτή της νεολαίας και του φοιτητικού κινήματος, στο πλευρό του εργατικού κινήματος.
Με αυτή τη μπροσούρα, η ΣΣΠ έχει ως βασικούς στόχους: Την ιδεολογική και πολιτική συγκρότηση όλων των συναδέλφων και συναγωνιστών, με σκοπό να εξοπλιστούμε για τους επόμενους αγώνες και κινήματα. Την ανάλυση της νεοφιλελεύθερης επίθεσης στα πανεπιστήμια, της κατάστασης του φοιτητικού κινήματος και της συνείδησης των φοιτητών. Τη συμβολή στη συγκρότηση ενωμένων, ισχυρών μπλοκ αγώνα και κατάληψης. Την αναγκαιότητα ανασυγκρότησης και ανασύνθεσης του φοιτητικού κινήματος, γιατί δεν έχουμε περιθώρια για άλλα λάθη, ανεπάρκειες, χαμένες ευκαιρίες. Το ξεκαθάρισμα της μοναδικής εναλλακτικής και διεξόδου από την κρίση του χρεωκοπημένου ελληνικού καπιταλισμού, της Σοσιαλιστικής Επανάστασης – και τη συμβολή σ’αυτή της νεολαίας και του φοιτητικού κινήματος, στο πλευρό του εργατικού κινήματος.