Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Προεκλογικές υποσχέσεις για την παιδεία από τον μνημονιακό - νεοφιλελεύθερο ΣΥΡΙΖΑ

ΦΤΑΝΕΙ ΠΙΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΞΑΠΑΤΗΣΗ

Ο ΣΥΡΙΖΑ εξελέγη το 2015 εξαπατώντας με τον πιο ασύστολο και χυδαίο τρόπο τους εργαζομένους, τη νεολαία και τα φτωχά λαϊκά στρώματα: «Θα καταργήσουμε τα μνημόνια με ένα νόμο και ένα άρθρο». Συγκυβέρνησε με τους εθνικιστές απατεώνες των ΑΝΕΛ (Καμμένος) και ψήφισε μνημόνια σε συνεργασία με ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, Ποτάμι. Ακολούθησε κατά γράμμα τις εντολές της ΕΕ διαπράττοντας νεοφιλελεύθερα εγκλήματα, λουστραρισμένα με «αριστερό» βερνίκι, τα οποία διέλυσαν κοινωνικά, οικονομικά και δημοκρατικά δικαιώματα, ενώ ταυτόχρονα άνοιξαν το δρόμο για την άνοδο της ΝΔ του Μητσοτάκη στην εξουσία και τη σωρεία των επιθέσεων που δεχόμαστε σήμερα. Παρά τις φιλανθρωπικές του εξαγγελίες υπέρ των λαών και των προσφύγων, άσκησε μια άκρατη φιλοϊμπεριαλιστική πολιτική, με κλειστά σύνορα (συμφωνία ΕΕ-Τουρκίας, που σημαίνει δολοφονίες προσφύγων) και δένοντάς μας ακόμα πιο σφιχτά στο άρμα του Αμερικάνικου Ιμπεριαλισμού. Όμως, το μεγαλύτερο έγκλημά του ήταν ότι νεκρανάστησε το μνημονιακό μπλοκ, που είχε απορριφθεί καθολικά από τις πλατιές εργατικές-λαϊκές μάζες και τη νεολαία, στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και, κυρίως, στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015, όπου η συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού (61,3%) τάχθηκε υπέρ του ΟΧΙ. Η προδοσία αυτού του ΟΧΙ από τον Τσίπρα/ΣΥΡΙΖΑ θα μείνει στην ιστορία: δυσφήμησε την ύπαρξη εναλλακτικής λύσης και έσπειρε την απογοήτευση στην ελληνική κοινωνία και κυρίως στο κίνημα.

Σήμερα, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί και πάλι να παίξει το ίδιο βρώμικο παιχνίδι. Οι αντιεκπαιδευτικοί νόμοι Κεραμέως έρχονται να διαλύσουν ολοκληρωτικά τη δημόσια και δωρεάν παιδεία, καθώς και όλες τις κατακτήσεις της νεολαίας, που κερδήθηκαν μέσα από σκληρούς αγώνες τα προηγούμενα χρόνια. Αντίθετα, η δήθεν «προοδευτική» «μέλλουσα» κυβέρνηση, παρουσίασε τις αλλαγές, που όπως λέει θα γίνουν στην εκπαίδευση μετά την εκλογή της. Με θράσος, λοιπόν, ο ΣΥΡΙΖΑ υπόσχεται:

  • Σε βάθος τετραετίας, διπλασιασμό της χρηματοδότησης των πανεπιστημίων.
  • Αύξηση του φοιτητικού επιδόματος (από τα 1.000 στα 1.500 ευρώ τον χρόνο για 40.000 φοιτητές).
  • Δωρεάν λειτουργία / φοίτηση των Προγραμμάτων Μεταπτυχιακών Σπουδών (ΠΜΣ), κάλυψη με δημόσια δαπάνη (10 εκ. ανά έτος) των ανελαστικών τους εξόδων και παράλληλη κατάργηση κάθε επιπλέον αμοιβής των διδασκόντων.
  • Διαμόρφωση Εθνικού Σχεδίου Φοιτητικής Στέγης. Ειδική χρηματοδότηση και στελέχωση των Πανεπιστημιακών Ερευνητικών Κέντρων.
  • Ανασύσταση του υπουργείου Παιδείας σύμφωνα με παραδείγματα και άλλων ευρωπαϊκών χωρών και ίδρυση Υπουργείου Πανεπιστημίων και Έρευνας.

Το 2016, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ–ΑΝΕΛ, με την υπογραφή του 3ου Μνημονίου, δεσμεύτηκε να ευθυγραμμίσει την πολιτική της στην εκπαίδευση με τις «βέλτιστες πρακτικές των χωρών του ΟΟΣΑ», δηλαδή με όλα τα νεοφιλελεύθερα μέτρα ιδιωτικοποίησης-εμπορευματοποίησης που έχουν ήδη περάσει σε άλλες χώρες. Με περίσσεια υποκρισία, συγκροτήθηκε Επιτροπή Εθνικού και Κοινωνικού Διαλόγου για την Παιδεία με 12 υποεπιτροπές, η οποία συζητούσε μεταξύ άλλων τη μείωση της κρατικής χρηματοδότησης. Προτάθηκε καθαρά η εξεύρεση πρόσθετων πόρων (ιδιωτικά ιδρύματα, συμπράξεις με ιδιώτες, ΕΣΠΑ) και εξοικονόμηση πόρων μέσω της ψηφιοποίησης του εκπαιδευτικού υλικού σε σχολεία και πανεπιστήμια, δηλαδή ψηφιακό βιβλίο. Ή μέσω της αξιοποίησης της περιουσίας των δημόσιων σχολείων και πανεπιστημίων: π.χ. αν οι φοιτητικές εστίες λειτουργούσαν σαν hostel νέων τον Ιούλιο και Αύγουστο, με τα νοίκια που θα εισέπρατταν θα κάλυπταν μέρος των εξόδων τους.

Υπόσχονται αύξηση χρηματοδότησης και παροχών, ενώ στη διακυβέρνηση τους τις καταργούσαν. Αυτό ήταν φυσιολογικό αποτέλεσμα της δέσμευσής τους στην ΕΕ και στο Ευρώ, στην αποπληρωμή του χρέους στους δανειστές ιμπεριαλιστές και στην τροφοδότηση των καπιταλιστών και των πλουσίων. Γιατί αυτό σήμαινε τεράστια «πλεονάσματα» στον προϋπολογισμό, δηλαδή άγρια φορολογία των «πολλών» (που σήμερα επικαλείται υποκριτικά ο Τσίπρας/ΣΥΡΙΖΑ) και μείωση κάθε κοινωνικής δαπάνης για παιδεία, υγεία, ασφάλιση, πρόνοια κ.λπ. Η χρηματοδότηση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση είχε έτσι ισοπεδωθεί επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ενώ όλες οι σχολές και τα τμήματα αντιμετώπιζαν συνεχώς προβλήματα ακόμα και σε βασικές ανάγκες. Το αμέσως επόμενο βήμα ήταν τότε, όπως και είναι σήμερα, η επιβολή διδάκτρων και στις προπτυχιακές σπουδές, τόσο για το ΣΥΡΙΖΑ όσο και για τη ΝΔ. Αυτοί που σε συνεργασία με τη ΝΔ έχουν υπογράψει δεκάδες αντεργατικά και αντιεκπαιδευτικά νομοσχέδια και άρθρα, καθώς και έχουν ψηφίσει υπέρ στην αγορά στρατιωτικών εξοπλισμών (φρεγάτες κ.ά.), δίνοντας δισεκατομμύρια, την ίδια στιγμή που μειώνουν την χρηματοδότηση για υγεία, παιδεία και κοινωνικές παροχές, έρχονται να κοροϊδέψουν για ακόμα μια φορά τη νεολαία, μιλώντας για αύξηση της χρηματοδότησης.

Άλλες υποσχέσεις τους είναι τώρα και οι εξής:

  • Σε βάθος τετραετίας, διπλασιασμός του αριθμού μελών ΔΕΠ, 2.000 διορισμοί ανά έτος.
  • Αυστηρή τήρηση του νόμου, που απαιτεί την αναπλήρωση κάθε θέσης που μένει κενή από συνταξιοδότηση μέλους ΔΕΠ.
  • Διοικητικό προσωπικό: αύξηση τουλάχιστον 15%.
  • Καθιέρωση της δυνατότητας ελεύθερης πρόσβασης σε Πανεπιστημιακά Τμήματα, στα οποία η ζήτηση και οι προσφερόμενες θέσεις το επιτρέπουν. Πιλοτικό πρόγραμμα ελεύθερης εισαγωγής από το Λύκειο για μία 5ετία, με επαναξιολόγηση του θεσμού.

Αυτοί, που τώρα «τάζουν λαγούς με πετραχήλια» για προσωπικό, επί διακυβέρνησής τους έφεραν την καταστροφή. Με «σημαία» το νόμο Γαβρόγλου, το Υπουργείο Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ προσπαθούσε να περάσει (και πέρασε αρκετά) μια σειρά από μέτρα: α) Συγχωνεύσεις και καταργήσεις σχολών και τμημάτων και υποβάθμιση όσων απομένουν με μια απλή υπογραφή του εκάστοτε υπουργού Παιδείας. β) Εισαγωγή των 2ετών προγραμμάτων σπουδών: ένα ευθύ χτύπημα στα πτυχία και στα επαγγελματικά δικαιώματα, με την ενίσχυση της στροφής προς την γρήγορη και φτηνή κατάρτιση (που συνεχίζει σήμερα η ΝΔ).

Τα συγκεκριμένα μέτρα οδηγούσαν: 1) Στην ουσιαστική διάλυση των πτυχίων. Μέσα από τον νόμο Γαβρόγλου, έπαιρνε σάρκα και οστά ο ατομικός φάκελος προσόντων, όπου παράλληλα με το πτυχίο θα φαίνεται και θα προσμετρείται κάθε χαρτί, τίτλος σπουδών, πιστοποίηση σεμιναρίων που έχει παρακολουθήσει ένας φοιτητής. Δημιουργία δηλαδή ενός πτυχίου που ουσιαστικά θα είναι ατομικό και άρα δεν θα είναι πτυχίο, αλλά πιστοποιητικό δεξιοτήτων – σπρώχνοντάς μας σε έναν ατομικό, ανταγωνιστικό δρόμο για το διαρκές κυνήγι «γνώσεων» εφ’ όρου ζωής, χωρίς ποτέ να διασφαλίζεται το παραμικρό επαγγελματικό δικαίωμα. Η εφαρμογή της περίφημης οδηγίας του ΙΕΠ (Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής) για αποστοίχιση της διδακτικής επάρκειας από τα πτυχία των καθηγητικών σχολών, είναι ένα ακόμα δείγμα της νεοφιλελεύθερης πολιτικής που ακολούθησε ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο πλαίσιο, διευκολύνθηκε η εξίσωση των πτυχίων των ιδιωτικών με αυτά των δημοσίων πανεπιστημίων (που στη συνέχεια εφάρμοσε η ΝΔ). 2) Μέσα από τον νόμο Γαβρόγλου και τις συγχωνεύσεις-κλεισίματα σχολών, άνοιξε ο δρόμος στην ΝΔ για απολύσεις πανεπιστημιακού προσωπικού, μείωση εισακτέων και διαγραφές φοιτητών όπως βλέπουμε να προσπαθεί να εφαρμόσει μέσα από τους νόμους Κεραμέως. Φυσικό επακόλουθο είναι η υπερσυσσώρευση φοιτητών στις σχολές που συγχωνεύονται. Καθώς τα τμήματα δεν θα είναι ικανά να δεχθούν επιπλέον φοιτητές, λόγω υποχρηματοδότησης αλλά και έλλειψης υποδομών (εστίες, λέσχες, εργαστήρια, αίθουσες, καθηγητές), με κάποιον τρόπο οι φοιτητές πρέπει να φτάσουν στους αριθμούς που μπορεί το εκάστοτε τμήμα να απορροφήσει. Άμεσο αποτέλεσμα: οι διαγραφές φοιτητών. 3) Τα τμήματα τα οποία δημιουργήθηκαν από τις συγχωνεύσεις αποδεικνύουν με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο την εγκληματική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ. Τμήματα χωρίς καθηγητές και υποδομές, που αφέθηκαν να διαλυθούν, ενώ πολλοί φοιτητές έμειναν στον αέρα. Και σήμερα έρχεται η ΝΔ να τα παρουσιάσει ως «πλεονάζοντα» και «άχρηστα».

Είναι δεδομένο ότι αυτό θα συνεχιζόταν, μέχρι στο τέλος να μείνουν «τα απολύτως απαραίτητα» τμήματα. Άλλωστε, σε άρθρο του νομοσχεδίου για το ΠΑΔΑ, συμπυκνώνονταν η λογική του τότε υπουργείου για τις σχολές: «Τα νέα τμήματα θα λειτουργούν με βάση τις αναπτυξιακές ανάγκες της οικονομίας». Μία ακραία νεοφιλελεύθερη λογική (που ακούμε και από την ΝΔ): το αν θα έχουμε πανεπιστήμια ή όχι, και πως θα είναι αυτά, θα το αποφασίσουν οι εφήμερες, μίζερες ανάγκες του χρεοκοπημένου ελληνικού καπιταλισμού! Όπου «ανάπτυξη» ονομάζεται η μείωση των μισθών και η αφαίρεση εργατικών δικαιωμάτων (π.χ. με την ψήφιση αντισυνδικαλιστικών και αντιαπεργιακών νόμων από τον ΣΥΡΙΖΑ, που τώρα τους χειροτερεύει η ΝΔ). Η αρπαγή κάθε πλούτου, δημόσιου (ιδιωτικοποιήσεις κ.λπ.), συλλογικού (ασφαλιστικά ταμεία κ.ά.), ιδιωτικού (καταθέσεις, εισόδημα, σπίτια κ.λπ.) από τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα. Για να καταλήξουν όλα αυτά τα τεράστια ποσά στις τσέπες μιας ελίτ μεγαλοκαπιταλιστών και πλουσίων, που παρασιτούν και τζογάρουν (δανείζουν το κράτος, βγάζουν τα λεφτά στο εξωτερικό, κερδοσκοπούν στα ακίνητα κ.λπ.), ενώ η «προοδευτική» κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ θα δίνει κανένα επίδομα-ξεροκόμματο στους πιο πάμφτωχους. Αυτή την ακραία νεοφιλελεύθερη λογική και πρακτική είχε και έχει αποδεχτεί πλήρως ο ΣΥΡΙΖΑ, ντύνοντάς την με «αριστερά» λόγια.

Παράλληλα, ο νόμος Γαβρόγλου έφερνε αξιολόγηση–αποτίμηση του εκπαιδευτικού έργου και των εμπλεκόμενων στη διαδικασία της εκπαίδευσης. Από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ακούγαμε ότι «η αξιολόγηση είναι κάτι το οποίο χρειάζεται στην ελληνική εκπαίδευση σε όλες τις βαθμίδες της για τη βελτίωσή της και μαζί με τον προσδιορισμό των στόχων του εκπαιδευτικού συστήματος καθορίζονται και περιγράφονται λεπτομερώς οι δείκτες αξιολόγησης». Στόχος του ΣΥΡΙΖΑ (όπως και τώρα της ΝΔ) είναι οι εκπαιδευτικοί να αξιολογούνται στο κατά πόσο υλοποιούν τους μνημονιακούς στόχους στην εκπαίδευση. Δηλαδή: αν αξιοποιούν τις εγκαταστάσεις του σχολείου για εξοικονόμηση πόρων, αν διασφαλίσουν τη μεγαλύτερη χρήση της ιδιωτικής χρηματοδότησης, αν θα φέρουν χορηγούς στα σχολεία και το κατά πόσο θα πάρουν πρωτοβουλίες για συνεργασίες και συμπράξεις δημόσιου–ιδιωτικού τομέα (τα διαβόητα ΣΔΙΤ, που μ’ αυτά οι «υγιείς» ιδιώτες ξεκοκαλίζουν δημόσιο πλούτο και χρήμα, με συμβάσεις που ούτε καν δημοσιοποιούνται). Σε διαφορετική περίπτωση, οι απολύσεις τους και η περαιτέρω μείωση της χρηματοδότησης θα είναι η τιμωρία που θα επιβάλλει η «αγορά», δηλαδή οι νεοφιλελεύθεροι κανίβαλοι του κεφαλαίου.

Όμως οι υποσχέσεις του Τσίπρα συνεχίζονται:

  • Κατάργηση της πανεπιστημιακής αστυνομίας.
  • Κατάργηση της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί να μας πείσει ότι θα καταργήσει την πανεπιστημιακή αστυνομία, την ίδια στιγμή που στη διακυβέρνησή του υπήρχε πληθώρα περιστατικών καταπάτησης του Πανεπιστημιακού ασύλου (π.χ. 17/4/2015, εισβολή σε κατάληψη). Κάθε επιχείρηση αστυνομικής επέμβασης επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζονταν «βελούδινη» από τα ΜΜΕξαπάτησης, ωστόσο προμήνυε την περαιτέρω αστυνόμευση εντός των πανεπιστημίων. Επίσης, ο ΣΥΡΙΖΑ άνοιξε παραπέρα τον δρόμο για νέα χτυπήματα κατάργησης του ασύλου, τις κάμερες, τους ελέγχους εισόδων κ.λπ. μέσα από το κατάπτυστο πόρισμα Παρασκευόπουλου, όπου μιλούσε, όπως μετά οι ακροδεξιοκεντρώοι νεοδημοκράτες, για την «τεράστια βία και εγκληματικότητα των ελληνικών πανεπιστημίων».

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει συνδράμει καθοριστικά στη προσπάθεια κατάργησης της δημόσιας και δωρεάν παιδείας και έχει ασφαλτοστρώσει τον δρόμο που πατάει η ΝΔ. Τα σημερινά μέτρα (ν. Κεραμέως-Χρυσοχοΐδη, ν. Αξιολογήσεων, εξίσωση πτυχίων ΑΕΙ-Κολεγίων κ.ά.) αποτελούν τομή αλλά και συνέχεια όλων των προηγούμενων νόμων των κυβερνήσεων της ΝΔ αλλά και του υποκριτή ΣΥΡΙΖΑ. Η κάλπικη αντιπολίτευση του ΣΥΡΙΖΑ στα αντι-εκπαιδευτικά νομοσχέδια και νόμους της Κεραμέως δεν πρέπει να μας ξεγελά.

ΚΑΜΙΑ ΑΥΤΑΠΑΤΗ – ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΣΤΗΝ ΑΘΛΙΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΣΥΡΙΖΑ

Μόνη λύση – η αγωνιστική ανασυγκρότηση του φοιτητικού-εργατικού κινήματος

Δεν πρέπει να ελπίζουμε σε καμία λύση από την εναλλαγή κυβερνήσεων στο κοινοβούλιο. Δεν μας ξεγελάει κανένα μνημονιακό κόμμα με νεοφιλελεύθερες πολιτικές κρυμμένες πίσω από ψευτο-αριστερές φανφάρες. Το μόνο που νοιάζει τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Τσίπρα είναι να εξαπατήσουν ξανά τους εργαζόμενους και τη νεολαία, ότι μπορούν αποτελέσουν τη λύση για να φύγει ο «κακός Μητσοτάκης». Θέλουν να τρυπώσουν ξανά σε μια κυβέρνηση, είτε «προοδευτική» είτε «συνεργασίας», που θα κάνει τα ίδια για να φορτώσει την κρίση-χρεοκοπία του ελληνικού καπιταλισμού στις πλάτες μας και να στοιχιστεί με όλα τα βρώμικα σχέδια των ιμπεριαλιστών ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ. Αυτός είναι και ο ρόλος της φοιτητικής παράταξής του Bloco, όταν δήθεν εμφανίζεται ευαίσθητη σε αγωνιστικές αποφάσεις και κινητοποιήσεις. Το ίδιο ισχύει και για την συνδικαλιστική γραφειοκρατία των ΣΥΝΕΚ (η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ στους εκπαιδευτικούς): στις 11/10, ενώ πάνω από 100.000 απεργοί εκπαιδευτικοί και χιλιάδες διαδηλωτές σε όλη τη χώρα δώσανε δυναμική απάντηση στον αυταρχισμό της Κεραμέως και βροντοφώναξαν ότι θα συνεχίσουμε τον αγώνα ενάντια στην αξιολόγηση, ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε χέρι βοήθειας στη στριμωγμένη στον τοίχο υπουργό και, παρά τη θέληση της πλειοψηφίας, ξεπούλησε την απεργία-αποχή. Οκτώ πρόεδροι ΕΛΜΕ, (κατά εντολή των κομμάτων τους) νόθευσαν το αποτέλεσμα και ενάντια στις αποφάσεις των Γενικών Συνελεύσεων ή των ΔΣ τους, ψήφισαν κατά ή λευκό, με αποτέλεσμα το ποσοστό υπέρ της απεργίας – αποχής να μην φτάνει το τυπικά αναγκαίο (από το καταστατικό της ΟΛΜΕ) για τη συνέχιση της απεργίας-αποχής.

Η μόνη λύση βρίσκεται στους δικούς μας μαχητικούς και ανυποχώρητους αγώνες. Οι κινητοποιήσεις για τον νόμο Κεραμέως-Χρυσοχοϊδη τον περασμένο Γενάρη-Απρίλη έδειξαν ότι οι αγώνες είναι ο μόνος δρόμος για νίκες, όπως η αναβολή της εισόδου της πανεπιστημιακής αστυνομίας στις σχολές. Όμως είναι αναγκαία μια πολιτική που να συσπειρώνει, να μαζικοποιεί και να κάνει φοιτητές, μαθητές και εκπαιδευτικούς ενεργά μαχητικά κομμάτια στον αγώνα που πρέπει να δώσουμε, μακριά από φρούδες ελπίδες για «προοδευτική» κυβέρνηση. Οι σημαντικοί νικηφόροι εργατικοί αγώνες του τελευταίου διαστήματος (efood, εκπαιδευτικοί, COSCO) μας δείχνουν το δρόμο για να εξεγερθούμε ενάντια στις νεοφιλελεύθερες συμμορίες και να πάρουμε την κατάσταση στα χέρια μας.